Σύνδρομο Cushing
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ CUSHING
Πρόκειται για νόσο των επινεφριδίων που προκύπτει από την υπερπαραγωγή της ορμόνης κορτιζόλη. Τα επινεφρίδια είναι αδένες που βρίσκονται πάνω στους νεφρούς, παράγοντας σημαντικές ορμόνες, όπως είναι τα ανδρογόνα, η αδρεναλίνη, η νοραδρεναλίνη, η επινεφρίνη, η νορεπινεφρίνη και η κορτιζόλη που προαναφέραμε. Όλες αυτές οι ορμόνες θεωρούνται απαραίτητες για πολλές λειτουργίες του οργανισμού, αναφέροντας ενδεικτικά τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης, τον μεταβολισμό των υδατανθράκων και τη διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ
Το σύνδρομο Cushing διακρίνεται σε δύο τύπους: ενδογενές και εξωγενές. Το ενδογενές οφείλεται στην υπερβολική παραγωγή κορτιζόλης από τα επινεφρίδια και η αρχική αιτία ενδεχομένως να εντοπίζεται στην υπόφυση, τα επινεφρίδια ή να αφορά μη-υποφυσιακούς όγκους. Σε ότι αφορά το εξωγενές σύνδρομο Cushing οφείλεται σε φάρμακα που η δράση τους είναι παρόμοια με την φυσική ορμόνη, την κορτιζόλη, τα ονομαζόμενα γλυκορτικοειδή. Τα συγκεκριμένα φάρμακα χορηγούνται για την αντιμετώπιση διαφόρων νοσημάτων όπως είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα και το άσθμα. Σε αντίθεση με το ενδογενές, το εξωγενές σύνδρομο Cushing, εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα στις γυναίκες.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Η σταδιακή αύξηση του σωματικού βάρους αποτελεί το πιο συχνό σύμπτωμα του συνδρόμου Cushing όπου το λίπος κατανέμεται κυρίως στο λαιμό, στον κορμό και στο πρόσωπο, αφήνοντας τα άκρα εμφανώς πιο λεπτά λόγω της απώλειας μυϊκής μάζας. Παράλληλα το δέρμα λεπταίνει και γίνεται εύθραυστο, εμφανίζοντας κοκκινωπές ραβδώσεις. Το σύνδρομο Cushing οδηγεί όμως και σε απώλεια οστού που συνεπάγεται κατάγματα σε σπονδύλους, μακρά οστά και πλευρά ενώ καταστέλλει και το ανοσοποιητικό σύστημα με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα για την εμφάνιση μολύνσεων.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το σύνδρομο Cushing είναι απαραίτητο να γίνουν ειδικές ορμονικές μετρήσεις και εξειδικευμένες δοκιμασίες για να επιβεβαιωθεί η υπερκορτιζολαιμία και να εντοπιστεί το ακριβές αίτιο που την προκαλεί έτσι ώστε να καθοριστεί το είδος της θεραπείας που θα ακολουθηθεί. Ανάλογα λοιπόν με το αίτιο γίνεται χειρουργική εξαίρεση, εφαρμόζεται η μέθοδος της ακτινοβολίας η ακολουθείται η φαρμακευτική οδός. Εάν η θεραπεία είναι αποτελεσματική, τα περισσότερα από τα συμπτώματα υποχωρούν σε 2 με 12 μήνες.