Ιλαρά

Ιλαρά

ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ 

Η ιλαρά είναι  οξεία λοιμώδης και εξανθηματική νόσο που οφείλεται στον ιό της ιλαράς. Πρόκειται για RNA ιό της οικογένειας των παραμυξοϊών του γένους Morbillivirus. Η διασπορά της νόσου γίνεται κυρίως με σταγονίδια από  το αναπνευστικό σύστημα. Ένα άτομο είναι μολυσματικό και μεταδίδει τον ιό από την έναρξη των συμπτωμάτων μέχρι και 4 ημέρες μετά την εμφάνιση του εξανθήματος.

Οι νοσούντες από ιλαρά αποκτούν μόνιμη ανοσία. Είναι νόσος πολύ μεταδοτική και ενδημική σε όλο τον κόσμο. Περίπου το 90% των μη άνοσων ατόμων του περιβάλλοντος που έρχονται σε επαφή με τον πάσχοντα  την εκδηλώνουν. Πριν τη χρήση του εμβολίου μεγαλύτερη συχνότητα εκδηλωνόταν σε ηλικίες 5-10 ετών. Σήμερα εμφανίζεται σε μη εμβολιασμένα παιδιά προσχολικής ηλικίας και σε ανεμβολίαστους ενήλικες. Βρέφη ηλικίας μικρότερης των 8 μηνών δεν νοσούν εάν η μητέρα κατά τη διάρκεια της κύησης είχε ανοσία. Συνεπώς εξαιτίας του εκτεταμένου εμβολιασμού και στη χώρα μας κρούσματα ιλαράς παρουσιάζονται σποραδικά ή κατά περιορισμένες επιδημίες.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΙΛΑΡΑΣ

Αιτία της ιλαράς ήδη αναφέρθηκε πως είναι ο ιός της ιλαράς ο οποίος ανήκει στην οικογένεια των παραμυξοϊών.

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ 

Ο χρόνος επώασης της ιλαράς είναι 9-12 ημέρες. Η νόσος χαρακτηρίζεται από 3 στάδια:

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ 

Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό, στην κλινική εικόνα και στον εργαστηριακό έλεγχο. Χαρακτηριστικά εργαστηριακά ευρήματα που συνηγορούν για τη νόσο είναι:
• Λευκοπενία με σχετική λεμφοκυττάρωση • Πολυμορφοπύρηνα γιγαντοκύτταρα στο ρινικό έκκριμα • Απομόνωση του ιού σε καλλιέργεια αίματος ή από το ρινοφάρυγγα • Τίτλος αντισωμάτων κατά την έναρξη και την ανάρρωση της νόσου.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ 

Η θεραπεία της ιλαράς είναι συμπτωματική και περιλαμβάνει αντιπυρετικά, επαρκή λήψη υγρών και αποφυγή έκθεσης σε δυνατό φωτισμό. Σε μικροβιακή επιλοίμωξη χορηγείται αντιβιοτική αγωγή. Ιδιαίτερης θεραπευτικής αντιμετώπισης χρήζουν οι επιπλοκές της νόσου. Σήμερα για την προφύλαξη από τη νόσο γίνεται εμβολιασμός των βρεφών που ξεκινά μεταξύ 12 και 15 μήνα ζωής. Επειδή με το χρόνο  υπάρχει μείωση της ανοσίας συστήνεται δεύτερος εμβολιασμός στην ηλικία 4-6ετών. Σε επίνοσα άτομα που ήρθαν σε επαφή με νοσούντα γίνεται προφυλακτική χορήγηση γ-σφαιρίνης,εφόσον δεν έχει παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο των 6 ημερών από την επαφή.